Ο τριπλός εφιάλτης που απειλεί τις αγορές

0
85

Η νέα έξαρση της πανδημίας και ο φόβος για την επιβολή νέων αυστηρών lockdowns, που θα “χτυπήσουν” την ανάκαμψη της οικονομίας, η αβεβαιότητα γύρω από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ και οι εξελίξεις γύρω από το Brexit αποτελούν για τους μεγάλους διεθνείς οίκους το τρίπτυχο του φόβου για τις αγορές.

Το ιλιγγιώδες ράλι, που κατέγραψαν οι διεθνείς αγορές μετά το sell-off του Φεβρουαρίου-Μαρτίου και το οποίο αιφνιδίασε και τους πιο αισιόδοξους, δείχνει το τελευταίο διάστημα  κόπωση. Οι αγορές συχνά… στραβοπατούν και παρουσιάζουν έντονη μεταβλητότητα, δεδομένων και των νέων επιπτώσεων στην πορεία της οικονομικής δραστηριότητας που ενδέχεται να προκαλέσει η έξαρση της πανδημίας. Σε αυτό προστίθενται και άλλοι παράγοντες ικανοί να διαταράξουν το επενδυτικό κλίμα το επόμενο διάστημα και ειδικά το φθινόπωρο, από τις διαπραγματεύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το Ηνωμένο Βασίλειο έως τη μάχη Μπάιντεν – Τραμπ για τον Λευκό Οίκο, αλλά και το σκάνδαλο των 2 τρισ. δολαρίων με το ξέπλυμα μαύρου χρήματος.

“Οι αγορές σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν “τρέξει” πολύ έντονα χάρη στην τεράστια ρευστότητα που έχει τροφοδοτηθεί από τη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, και άρα η διόρθωση των αποτιμήσεων των μετοχών δεν προκαλεί έκπληξη. Προσθέστε σε αυτό την αβεβαιότητα με τις εκλογές των ΗΠΑ και ένα νέο κύμα COVID στην Ευρώπη, και η αποστροφή της επενδυτικής διάθεσης προς το ρίσκο είναι λογική” σημειώνει χαρακτηριστικά ο διαχειριστής κεφαλαίων της της EL&C Baillieu, James Rosenberg.

Ο φόβος των lockdowns

Tο ενδεχόμενο επιστροφής των lockdowns σε πολλές μεγάλες οικονομίες ή περιοχές οδήγησε σε sell-off τις αγορές την περασμένη εβδομάδα, το οποίο βέβαια εντάθηκε και λόγω των αποκαλύψεων ότι αστρονομικά ποσά “βρώμικου χρήματος” ξεπλένονταν μέσω μεγάλων τραπεζικών ιδρυμάτων.

Το βέβαιο είναι πως η νέα εξάπλωση του κορονοϊού θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα, είτε επιβληθούν νέα αυστηρά περιοριστικά μέτρα από τις κυβερνήσεις είτε όχι. Έτσι και αλλιώς, πρόσφατες έρευνες επισημαίνουν πως ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού διεθνώς πλέον φοβάται μην κολλήσει τον ιό. Οποιαδήποτε νέα μέτρα θα έχουν επιβαρυντικό αντίκτυπο στην ανάκαμψη που σημειώνουν οι οικονομίες διεθνώς στο τρέχον γ’ τρίμηνο, μετά τα ιστορικά ποσοστά ύφεσης που καταγράφηκαν στο β’ τρίμηνο. Ήδη οι δείκτες PMI της μεταποίησης του Σεπτεμβρίου δείχνουν πως ακόμα και η επιστροφή μέτριων περιοριστικών μέτρων σε πολλές χώρες έχει αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα.

Όπως σημειώνει η Capital Economics, το πιο πιθανό για το βραχυπρόθεσμο διάστημα είναι πως ο κορονοϊός θα συνεχίσει να εξαπλώνεται και αυτό θα αναγκάσει τις κυβερνήσεις να λάβουν πιο αυστηρή δράση η οποία θα αντιστρέψει την οικονομική ανάκαμψη, κάτι που θα οδηγήσει σε αναθεωρήσεις επί τα χείρω για τις προβλέψεις του ΑΕΠ φέτος αλλά και το 2021. Αν και ο οίκος συνεχίζει να εκτιμά ότι οι αγορές μετοχών θα κερδίσουν περαιτέρω έδαφος τα επόμενα χρόνια, η ταχεία αύξηση των κρουσμάτων COVID-19 στην Ευρώπη αποτελεί κίνδυνο για τις προβλέψεις της και για την πορεία των αγορών, όπως προειδοποιεί.

Εδώ και καιρό η Capital Economics υποστηρίζει πως με τις μεγάλες οικονομίες να ανοίγουν σταδιακά και τη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική να αναμένεται να παραμείνουν υποστηρικτικές για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι αγορές μετοχών θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν. Ωστόσο, όπως επισημαίνει, αυτές οι προβλέψεις βασίζονται στην υπόθεση ότι η πανδημία θα διατηρηθεί υπό έλεγχο στις μεγάλες οικονομίες και ότι δεν θα υπάρξουν εκ νέου εκτεταμένα lockdowns. Η πρόσφατη έξαρση της πανδημίας σε πολλές χώρες της Ευρώπης θέτει σημαντικά ερωτήματα σε αυτήν την πρόβλεψη.

Η Capital Economics εξακολουθεί να εκτιμά ότι οι αγορές μετοχών θα σημειώσουν περαιτέρω κέρδη, αλλά αυτά θα οδηγηθούν από τους κλάδους που έχουν μέχρι στιγμής σε μεγάλο βαθμό υποαποδώσει. Κάτι παρόμοιο με αυτό που συνέβη μεταξύ των μέσων Μαΐου και των αρχών Ιουνίου, όταν η οικονομική ανάκαμψη συνεχίστηκε παρά την πανδημία, χάρη στη συνεχιζόμενη πολιτική στήριξη. Επίσης, κατά την άποψή της, οι αμερικανικές μετοχές θα αρχίσουν να υποαποδίδουν.

Παρ’ όλα αυτά, οι χρηματιστηριακές αγορές δεν θα παραμείνουν αλώβητες εάν η άνοδος των νέων κρουσμάτων στην Ευρώπη υπονομεύσει σοβαρά την παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη λόγω της επιβολής νέων εθνικών lockdowns. Σε αυτήν την περίπτωση οι μετοχές θα σημειώσουν απότομο sell-off χωρίς διακρίσεις, παρόμοιο με αυτό που σημειώθηκε τον Φεβρουάριο-Μάρτιο ή τον Ιούνιο, όπως προειδοποιεί.

Μπάιντεν vs Τραμπ

Εκτός από τον φόβο για τα lockdowns και το νέο κύμα της πανδημίας, οι προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ θα καθορίσουν επίσης την κατεύθυνση των αγορών το επόμενο διάστημα σύμφωνα με την Goldman Sachs. Με περίπου 40 ημέρες να απομένουν για τις κάλπες, o πρώην αντιπρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, φαίνεται να έχει σταθερό προβάδισμα στη μάχη για τον Λευκό Οίκο. Σύμφωνα με τους μέσους όρους των δημοσκοπήσεων, ηγείται του Προέδρου Τραμπ με 6%-7% σε εθνικό επίπεδο και με 4%-5% στις πιο κρίσιμες πολιτείες. Τρία σύνολα θεμάτων είναι πιθανό να καθορίσουν τις αντιδράσεις των αγορών στο εκλογικό αποτέλεσμα: (i) η συνολική στάση της δημοσιονομικής πολιτικής και το μέγεθος του δημοσιονομικού ελλείμματος, (ii) το φορολογικό και ρυθμιστικό περιβάλλον και (iii) η εξωτερική πολιτική.

Μία καθαρή νίκη των Δημοκρατικών -μια νίκη του Μπάιντεν συν ένα καθαρό κέρδος τουλάχιστον τριών εδρών στη Γερουσία- πιθανότατα συνεπάγεται με πιο χαλαρή δημοσιονομική πολιτική και μεγαλύτερο δημοσιονομικό έλλειμμα από τη νίκη του Τραμπ ή οποιοδήποτε σενάριο με διχοτομημένη κυβέρνηση (αν και η έκταση τυχόν δημοσιονομικών κινήτρων θα εξαρτάται από το μέγεθος της πλειοψηφίας των Δημοκρατικών στη Γερουσία).

Η εκστρατεία του Μπάιντεν προτείνει επίσης την αντιστροφή τουλάχιστον ενός μέρους των μειώσεων των εταιρικών φόρων του 2017, ενώ το ρυθμιστικό πλαίσιο του κλάδου της βιομηχανίας ενδέχεται να αλλάξει υπό μια διοίκηση Μπάιντεν, συμπεριλαμβανομένων των κλάδων της τεχνολογίας, της ενέργειας και πιθανώς πρόσθετων κλάδων. Η Goldman Sachs αναμένει μια πολύ διαφορετική προσέγγιση της εξωτερικής πολιτικής εάν νικήσει ο Μπάιντεν, με μεγαλύτερο συντονισμό με τους παραδοσιακούς συμμάχους των ΗΠΑ σε μείζονα ζητήματα πολιτικής και χαμηλότερους κινδύνους σε σχέση με τον εμπορικό πόλεμο.

Εκτός από τα ζητήματα πολιτικής, η ίδια η διαδικασία των εκλογών θα μπορούσε ένα επηρεάσει την πορεία των αγορών. Επειδή πολλοί Αμερικανοί σκοπεύουν να ψηφίσουν μέσω email, ο νικητής της κάλπης ενδέχεται να μην μπορέσει να ανακοινωθεί άμεσα.

Οι εκλογές παρουσιάζουν ένα περίπλοκο μείγμα για τους δείκτες μετοχών των ΗΠΑ, σύμφωνα με την G.S. Η πιθανή αύξηση των εταιρικών φόρων θα είχε τις πιο άμεσες αρνητικές επιπτώσεις για τις αγορές. Όμως, η προοπτική μεγαλύτερης δημοσιονομικής ώθησης και μεγαλύτερης προβλεψιμότητας στην εμπορική πολιτική θα αποτελούσαν θετικό καταλύτη για της μετοχές.

Σύμφωνα με ανάλυση της Citigroup, οι ευρωπαϊκές μετοχές τείνουν να υπεραποδίδουν των αμερικανικών μετοχών το διάστημα πριν από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ. Οι ευρωπαϊκοί κλάδοι που είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στο εκλογικό αποτέλεσμα της μάχης για τον Λευκό Οίκο περιλαμβάνουν την υγειονομική περίθαλψη, τη βιομηχανία, την ενέργεια και την τεχνολογία.

Σε γενικές γραμμές, επισημαίνει η Citi, οι παγκόσμιες μετοχές σημειώνουν έντονη μεταβλητότητα εν όψει των εκλογών. Κατά μέσο όρο, ο Παγκόσμιος Δείκτης MSCI υποχώρησε 2% κατά τη διάρκεια των 3 μηνών πριν από τις εφτά τελευταίες προεδρικές εκλογές, αλλά ανέκαμψε στη συνέχεια.  Κατά μέσο όρο, από το 1992, οι μετοχές της ηπειρωτικής Ευρώπης υπεραπέδωσαν σε σχέση με τις μετοχές των ΗΠΑ τους τρεις μήνες πριν και μετά τις εκλογές.

Κατά τη Citi, οι φορολογικές πολιτικές είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τις αγορές. Μια νίκη του Μπάιντεν θα μπορούσε να μεταφραστεί σε υψηλότερους φόρους για τις εταιρείες και τους πλουσιότερους Αμερικανούς. Οποιαδήποτε αύξηση του φόρου υπεραξίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε πίεση πώλησης για τις μετοχές.

Παλινωδίες με το Brexit

Οι συνομιλίες για μια εμπορική συμφωνία και τη μελλοντική σχέση Λονδίνου-Βρυξελλών έχουν σημειώσει μικρή μόνο πρόοδο από τότε που η Βρετανία αποχώρησε από την Ευρωπαϊκή Ένωση τον Ιανουάριο, και σχεδόν εκτροχιάστηκαν όταν το Λονδίνο παρουσίασε το Νομοσχέδιο για την Εσωτερική Αγορά, εγείροντας φόβους για την πιθανότητα μη επίτευξης συμφωνίας, κάτι που είχε αρνητικό αντίκτυπο στις αγορές και ειδικά στη στερλίνα.

Ο Γερμανός υπουργός αρμόδιος για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, Μίχαελ Ροτ, κάλεσε την περασμένη εβδομάδα τη Βρετανία να “σταματήσει τα παιχνίδια” και να εγκαταλείψει τα σχέδια για ένα νομοσχέδιο που θα επιτρέπει να παραβιαστούν οι υποχρεώσεις της χώρας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της συνθήκης αποχώρησης, καθώς τελειώνει ο χρόνος για την επίτευξη μιας εμπορικής συμφωνίας Ε.Ε.-Βρετανίας.

Τόσο οι Βρυξέλλες όσο και η Βρετανία, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι χρειάζεται να υπάρξει μια συμφωνία τον Οκτώβριο, διαφορετικά η Βρετανία θα ολοκληρώσει την αποχώρησή της από την Ε.Ε. στις αρχές της επόμενης χρονιάς χωρίς συμφωνία που να ρυθμίζει το εμπόριο, ή άλλες συμφωνίες για μια σειρά ζητημάτων από την ασφάλεια έως την άμυνα.

Πριν από μερικές μέρες, ο επικεφαλής διαπραγματευτής της Ε.Ε., Μισέλ Μπαρνιέ, δήλωσε στο Reuters ότι είναι αποφασισμένος να υπάρξει συμφωνία. Η Βρετανία, από την πλευρά της, επίσης υποστηρίζει ότι εργάζεται σκληρά για την επίτευξη μιας συμφωνίας, αλλά εμμένει στη θέση της ότι η όποια συμφωνία πρέπει να σέβεται την κυριαρχία της χώρας, γεγονός που τη φέρνει σε διαφωνία με τις Βρυξέλλες για τους κανόνες κρατικής βοήθειας και την αλιεία.

Ο επόμενος γύρος επίσημων συνομιλιών μεταξύ των δύο πλευρών θα διεξαχθεί αυτή την εβδομάδα στις Βρυξέλλες πριν από τη σύνοδο του Οκτωβρίου προκειμένου να αξιολογηθεί η πρόοδος που έχει σημειωθεί και να αποφασιστεί εάν η Ε.Ε. θα πρέπει να εντείνει τις προετοιμασίες για ένα Brexit χωρίς συμφωνία.

Ο Duarte Libano Monteiro, Country Manager για Ιταλία, Πορτογαλία και Ελλάδα της Ebury, εταιρείας εξειδικευμένης στις διεθνείς πληρωμές, σημειώνει στο “Κ” ότι παραμένει σιωπηλά αισιόδοξος ότι θα επιτευχθεί συμφωνία για το εμπόριο πριν από το τέλος του έτους και έτσι θα αποφευχθεί το χειρότερο “no deal” σενάριο – ακόμη και αν απαιτηθεί έκτακτη σύνοδος κορυφής της Ε.Ε. τον Νοέμβριο. Παραμένει προς το συμφέρον και των δύο μερών να επιτευχθεί μια συμφωνία, όπως τονίζει, αν και οι συνομιλίες αναπόφευκτα θα καταλήξουν σε deal την τελευταία στιγμή. Η άρση της αβεβαιότητας γύρω από ένα no deal αποτέλεσμα των συνομιλιών θα ήταν καλή είδηση για τις αγορές μακροπρόθεσμα.

“Φτερό στον άνεμο” το Χρηματιστήριο της Αθήνας

Τα σύννεφα που έχουν συγκεντρωθεί πάνω από τις διεθνείς αγορές δεν βοηθούν το Χρηματιστήριο Αθηνών. Έχοντας χάσει, πρακτικά, το ράλι των ξένων αγορών το προηγούμενο διάστημα, εγκλωβίστηκε σε ένα πολύ στενό εύρος διακύμανσης με τους ξένους επενδυτές να απουσιάζουν πλήρως από την αγορά, τηρώντας στάση αναμονής και προτιμώντας να μην αυξήσουν την έκθεσή τους στις ελληνικές μετοχές.

Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει παράγοντας της αγοράς, το Χ.Α. το τελευταίο διάστημα έδειξε πρόθυμο να ακολουθήσει τις ξένες αγορές στην πτώση αλλά όχι στην άνοδο, και όποια ανοδικά ξεσπάσματα δεν κατάφεραν να διατηρηθούν και απλώς αποτέλεσαν αφορμή για να αποκομίσει έστω και μικρά κέρδη.

Ο παράγοντας Τουρκία

Ο γεωπολιτικός κίνδυνος που προστέθηκε στη λίστα ανησυχιών του Χ.Α. λόγω των τουρκικών προκλήσεων πρόσθεσε ακόμη περισσότερο στην… επενδυτική άρνηση μικρών και μεγαλύτερων χαρτοφυλακίων, ενώ η μικρή αποκλιμάκωση στα ελληνοτουρκικά, αν και λειτούργησε καταλυτικά για την τεχνική αντίδραση της κεφαλαιαγοράς, αποτελεί μόνο το πρώτο επεισόδιο από μια μακροχρόνια και επώδυνη διαδικασία και για τις δύο χώρες κατά τους αναλυτές. Σύμφωνα με τη Fast Finance, η μεσοπρόθεσμη τεχνική εικόνα δεν αλλάζει όσο παραμένει χαμηλότερα των 660-670 μονάδων ο Γενικός Δείκτης και όσο ο τραπεζικός δείκτης παραμένει κάτω από τη ζώνη των 350-360 μονάδων.

Παράλληλα, η αδυναμία του τραπεζικού κλάδου να στηρίξει το σύνολο της αγοράς και οι συχνές ρευστοποιήσεις των πωλητών έστειλαν έτσι τον Γενικό Δείκτη προς τις 620 μονάδες, παρά την προσπάθεια διαφυγής από τη συσσώρευση που σημείωσε το Χ.Α. πριν από μερικές ημέρες. Και όλα αυτά τη στιγμή που οι αναλυτές τονίζουν με αναλύσεις τους το πόσο χαμηλές είναι οι αποτιμήσεις των ελληνικών μετοχών και ειδικά των τραπεζών.

Η Morgan Stanley, μάλιστα, τόνισε ότι η αγορά υποτιμά τον πολύ ισχυρό αντίκτυπο που έχουν οι τιτλοποιήσεις στη διαδικασία εκκαθάρισης των ισολογισμών των ελληνικών τραπεζών οι οποίες, παρά την καθυστέρηση λόγω της πανδημίας, προχωρούν. Επιπλέον, επισήμανε, η αγορά υπερεκτιμά τις επιπτώσεις από τα δάνεια που έχουν τεθεί σε αναστολή πληρωμών. Όπως τονίζει, ο αντίκτυπος της πανδημίας στον κλάδο αναμένεται να είναι διαχειρίσιμος και ο στόχος των τραπεζών για μείωση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων στο 5% παραμένει εφικτός με καθυστέρηση μόνο μερικών τριμήνων. Επιπλέον, κατά την άποψή της, οι μακροπρόθεσμες προοπτικές κερδοφορίας του κλάδου δεν έχουν επιδεινωθεί.

Κόντρα εικόνα στα ομόλογα

Το επιφυλακτικό, πάντως, κλίμα των funds απέναντι στο Χ.Α. αποτυπώθηκε και κατά τα roadshows που διεξήχθησαν τον Σεπτέμβριο, με τους επενδυτές να προτιμούν να έχουν καλύτερη ορατότητα για τον αντίκτυπο του τουρισμού στο ΑΕΠ στο κρίσιμο τρίτο τρίμηνο καθώς και για τα νέα NPEs που πιθανόν να δημιουργηθούν λόγω της πανδημίας, πριν λάβουν οποιεσδήποτε επενδυτικές αποφάσεις.

Η επιφυλακτικότητα, ωστόσο, των αναλυτών κάθε άλλο παρά εκφράζεται στα ελληνικά ομόλογα, με την απόδοση του 10ετούς να διαμορφώνεται στο 1% και μία ανάσα από τα ιστορικά χαμηλά του 0,92%. Τα ομόλογα, φυσικά, έχουν το μεγάλο όπλο και τεράστιο δίχτυ ασφαλείας της ΕΚΤ, τον μεγάλο αγοραστή των ελληνικών τίτλων που ονομάζεται πρόγραμμα PEPP, κάτι που δεν υπάρχει για τις ελληνικές μετοχές.

Της Ελευθερίας Κούρταλη https://www.capital.gr/

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ