Με άνοδο έκλεισαν οι κύριοι δείκτες της Wall την Παρασκευή, μειώνοντας σημαντικά -μετά και τα ισχυρά κέρδη της Πέμπτης- τις απώλειες από το μαζικό sell-off της Δευτέρας που οδήγησε σε κατρακύλα τις παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές.
Στο ταμπλό, ο βιομηχανικός Dow ενισχύθηκε κατά 0,13% στις 39.497,54 μονάδες, ο ευρύτερος S&P 500 πρόσθεσε 0,47% στις 5.334,16 μονάδες και ο τεχνολογικά σταθμισμένος Nasdaq σημείωσε κέρδη 0,51% στις 16.745,30 μονάδες.
Σε εβδομαδιαία βάση η Wall εξάλειψε σε πολύ μεγάλο βαθμό τις απώλειες που είχε μες στην εβδομάδα. O S&P 500 σημείωσε οριακή πτώση, ο Nasdaq έχασε 0,18% και ο Dow 0,6%.
Στις επιμέρους μετοχές η Paramount Global σημείωσε 0,88% μετά την ανακοίνωση προσαρμοσμένων κερδών που ξεπέρασαν τις εκτιμήσεις και την προαναγγελία ότι θα προχωρήσει σε περικοπή του εργατικού δυναμικού της στις ΗΠΑ κατά 15%. Η E.l.f. Beauty κατρακύλησε κατά 14,43% μετά την ανακοίνωση αδύναμου outlook.
Την Πέμπτη οι κυριότεροι χρηματιστηριακοί δείκτες της Wall κατέγραψαν ισχυρό ράλι, καθώς τα νέα στοιχεία για την αγορά εργασίας ενίσχυσαν την εμπιστοσύνη των επενδυτών στην αμερικανική οικονομία, μετά το μεγάλο sell-off της Δευτέρας.
Οι επενδυτές προσπάθησαν να τονώσουν τη δυναμική της αγοράς μετά το παγκόσμιο sell-off της Δευτέρας, το οποίο ήρθε στον απόηχο των απογοητευτικών στοιχείων της περασμένης Παρασκευής για την απασχόληση στις ΗΠΑ, και ενώ ανησυχίες σχετικά με το χρονοδιάγραμμα μείωσης των επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ παραμένει. Οι επενδυτές φαίνεται ότι αγόρασαν τη “βουτιά”, θεωρώντας ότι η πτώση ήταν μια υγιής διόρθωση.
Μεγάλο μέρος του sell-off προήλθε από “hedge funds” και όχι από μακροπρόθεσμους επενδυτές, σχολίασε ο Jay Hatfield, CEO της Infrastructure Capital Advisors
“Έτσι, είναι λογικό να υπάρξει ανάκαμψη ξανα. Ένα ευμετάβλητο sell-off και η ανάκαμψη είναι απλώς η φυσιολογική συμπεριφορά του Αυγούστου και του Σεπτεμβρίου. Αδύναμες αγορές, hedge funds που αγριεύουν και παράλογες κινήσεις προς τα κάτω. Η πρόσφατη δραστηριότητα της αγοράς δεν έχει καμία σχέση με τις μακροπρόθεσμες προοπτικές”, πρόσθεσε ο Hatfield.
“Το σκηνικό παραμένει ευνοϊκό για την κινηθούν ανοδικά οι μετοχές, ιδίως αν θέσουμε ως χρονικό επενδυτικό ορίζοντα το τέλος του έτους και τις αρχές του 2025”, σχολίασε ο Terry Sandven, αναλυτής της U.S. Bank Wealth Management. “Βραχυπρόθεσμα, τα αυξημένα επίπεδα μεταβλητότητας είναι πιθανό να είναι ο κανόνας, καθώς οι αποτιμήσεις της αγοράς παραμένουν αυξημένες και οι τάσεις της εποχής δείχνουν μετριοπαθείς αποδόσεις κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού'”.
Στο μεταξύ οι αξιωματούχοι της Federal Reserve φαίνεται να είναι ολοένα και πιο σίγουροι ότι ο πληθωρισμός επιβραδύνει, επιτρέποντας τη μείωση των αμερικανικών επιτοκίων τους επόμενους μήνες, με τις αποφάσεις για το μέγεθος και τον χρόνο αυτών των μειώσεων να βασίζονται όχι στις κινήσεις των χρηματιστηριακών αγορών, αλλά στα εισερχόμενα στοιχεία, όπως επισημαίνουν.
Μιλώντας σε εκδήλωση της National Association for Business Economics, ο Thomas Barkin, πρόεδρος της Richmond Federal Reserve Bank ανέφερε ότι “όλα τα συστατικά στοιχεία του πληθωρισμού φαίνεται να υποχωρούν και είμαι σχετικά αισιόδοξος με βάση τις συζητήσεις που κάνω με φορείς της αγοράς ότι αυτό θα συνεχιστεί”.
Από τις συζητήσεις αυτές με ηγέτες της επιχειρηματικής κοινότητας το συμπέρασμα είναι ότι η πρόσφατη επιβράδυνση της αγοράς εργασίας έρχεται από λιγότερες προσλήψεις και όχι από την αύξηση των απολύσεων, πρόσθεσε.
Σχολιάζοντας εξάλλου το sell-off της Δευτέρα ο αξιωματούχος επισήμανε ότι δεν έχει συμβεί “κάτι συνταρακτικό στις μετοχές”, σημειώνοντας ότι οι δείκτες της αμερικανικής αγοράς συνεχίζουν να καταγράφουν κέρδη από την αρχή του έτους.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Kansas City Fed, Jeff Schmid, ξεκαθάρισε ότι η Fed θα συνεχίσει να εστιάζει στην αποστολή της -για πληθωρισμό στο 2% με μέγιστη απασχόληση- και όχι στις κινήσεις στα χρηματιστήρια.
“Οι συνθήκες στις χρηματοοικονομικές αγορές μπορούν να αποκαλύψουν σημαντικές πληροφορίες για την πορεία της οικονομίας και μπορούν επίσης να έχουν επιπτώσεις που θα επηρεάσουν την πραγματική οικονομία”, ανέφερε μιλώντας στην ετήσια συνέλευση της Kansas Bankers Association. “Ωστόσο η Fed πρέπει να παραμένει συγκεντρωμένη στην επίτευξη του διπλού της στόχου”, ξεκαθάρισε.
Σε αυτό το πλαίσιο, ανέφερε, τα πρόσφατα “ενθαρρυντικά” στοιχεία που έφεραν τον πληθωρισμό στο 2,5% του δίνουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη ότι ο πληθωρισμός κινείται προς τον στόχο του 2%.
“Αν ο πληθωρισμός συνεχίσει να υποχωρεί, η εμπιστοσύνη μου θα ενισχυθεί ότι είμαστε σε καλή πορεία για να πετύχουμε τον στόχο για τη σταθερότητα των τιμών όπως προβλέπεται από την εντολή μας – και θα είναι η κατάλληλη στιγμή πλέον να προσαρμόσουμε την κατεύθυνση της πολιτικής μας”, ανέφερε.
Σημείωσε εξάλλου ότι η οικονομία είναι ανθεκτική, η καταναλωτική ζήτηση ισχυρή, ενώ η αγορά εργασίας, αν και καταγράφει αξιοσημείωτη επιβράδυνση, παραμένει “αρκετά υγιής”.
Τέλος, ο Austan Goolsbee, διοικητής της Chicago Fed, επανέλαβε την Πέμπτη την άποψη του πως η τρέχουσα πολιτική της Fed είναι σφικτή, επισημαίνοντας ότι το να παραμείνουν τα επιτόκια στα επίπεδα που είναι σήμερα θα σημαίνει ότι γίνεται ακόμα πιο σφικτή, κάτι που θα μπορούσε να βλάψει την αγορά εργασίας.
Ξεκαθάρισε πάντως ότι η χρηματιστηριακή αγορά και οι επερχόμενες προεδρικές εκλογές δεν θα καθορίσουν τις αποφάσεις της Fed. “Η Fed δεν έχει καμιά σχέση με τις εκλογές. Δεν έχει επίσης καμία δουλειά να αντιδρά στις κινήσεις της χρηματιστηριακής αγοράς. Δουλειά μας είναι η μεγιστοποίηση της απασχόλησης και η σταθερότητα των τιμών”, ανέφερε μιλώντας στο Fox News.
Στην αγορά ομολόγων η απόδοση του 10ετούς παρέμεινε κάτω από το 4% χάνοντας 5,4 μονάδες βάσης στο 3,943%, ενώ το 2ετές κρατικό των ΗΠΑ έκλεισε τη συνεδρίαση της Παρασκευής σε υψηλό μιας εβδομάδας, στο 4,054%. Στην εβδομάδα, το 2ετές ενισχύθηκε κατά 18,2 μονάδες βάσης στη μεγαλύτερη εβδομαδιαία άνοδό του από την αντίστοιχη περίοδο που ολοκληρώθηκε στις 15 Μαρτίου. “Το 10ετές συνεχίζει να διαπραγματεύεται σε ένα εύρος κάτω του 4% – επίπεδο που μάλλον θα διατηρήσει στις επόμενες συνεδριάσεις, τουλάχιστον μέχρι την ανακοίνωση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή την Τετάρτη” εκτίμησαν οι αναλυτές της BMO Capital Markets, Ian Lyngen και Vail Hartman.