Στη βαθμίδα “ΒΒΒ-“ αναβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Fitch, δίνοντας στη χώρα μας την επενδυτική βαθμίδα, με σταθερό outlook.
Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης, εξηγώντας την απόφασή του, που έρχεται μετά από τις αντίστοιχες των οίκων Standard and Poor’s, DBRS και Scope, που είχαν ήδη αναβαθμίσει την Ελλάδα σε επενδυτική βαθμίδα, κάνει λόγο για ευνοϊκή δυναμική του ελληνικού δημοσίου χρέους, καθώς, όπως σημειώνει, αναμένει ότι ο λόγος του χρέους της γενικής κυβέρνησης προς το ΑΕΠ θα παραμείνει σε ισχυρή πτωτική τάση, χάρη στη σταθερή ονομαστική ανάπτυξη, την υπερεκτέλεση του προϋπολογισμού και την ευνοϊκή δομή εξυπηρέτησης του χρέους. Η Fitch αξιολογεί επίσης τους κινδύνους πολιτικής ως σχετικά χαμηλούς, λόγω του σταθερού πολιτικού πλαισίου στη χώρα, αλλά και της καλά εδραιωμένη δημοσιονομικής σύνεσης.
Ο οίκος προβλέπει ότι ο δείκτης χρέους θα μειωθεί στο 160,8% φέτος και στο 141,2% το 2027, από 171,4% το 2022. Η προβλεπόμενη πτώση του δείκτη χρέους κατά 65 ποσοστιαίες μονάδες από το πανδημικό υψηλό του 205% του ΑΕΠ, συγκαταλέγεται στις καλύτερες επιδόσεις μεταξύ του συνόλου των κρατών που αξιολογεί ανά τον κόσμο η Fitch, αν και ο λόγος χρέους εξακολουθεί να προβλέπεται να είναι κοντά στο τριπλάσιο του μέσου όρου των χωρών με αξιολόγηση “BBB”. Μετριαστικοί παράγοντες όπως το χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, οι πολύ μακρές λήξεις του (18 έτη) και το σημαντικό ρευστό απόθεμα μετρητών (περίπου 16,5% του ΑΕΠ στα μέσα Νοεμβρίου) μειώνουν τους κινδύνους για τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας, σημειώνεται στην έκθεση.
Ισχυρή κρίνει ο οίκος και τη δέσμευση της χώρας για δημοσιονομική εξυγίανση, με το πρωτογενές πλεόνασμα να αναμένεται να αυξηθεί στο 1,1% του ΑΕΠ το 2023 και κατά μέσο όρο στο 2,2% το 2024-2025. Με μέσο όρο 1,1% του ΑΕΠ το 2024-25, το ονομαστικό έλλειμμα θα είναι πολύ χαμηλότερο από τη διάμεση τιμή για τις χώρες με αξιολόγηση “BBB” (2,8%). Η δημοσιονομική σύνεση βασίζεται σε συντηρητικές υποθέσεις δαπανών στους πρόσφατους προϋπολογισμούς (κάτι που ισχύει επίσης στο προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2024), με την υπέρβαση των εσόδων να παρέχει δημοσιονομικό χώρο για έκτακτες δαπάνες: το 2023 περιελάμβαναν μέτρα σχετικά με την ενεργειακή κρίση και την κλιματική αλλαγή.
Οι αρχές σχεδιάζουν φορολογικές μεταρρυθμίσεις για την αύξηση των εσόδων το 2024 για να συγκεντρώσουν επιπλέον 600 εκατομμύρια ευρώ για κοινωνικές δαπάνες. Σε συνδυασμό με τις προσπάθειες για τη βελτίωση της ψηφιοποίησης και τη μείωση της φοροδιαφυγής, αυτό θα μπορούσε να ενισχύσει τη βάση των φορολογικών εσόδων και να παράσχει περαιτέρω δημοσιονομικό χώρο για πρόσθετες επενδύσεις κεφαλαίου για την τόνωση της ανάπτυξης, σύμφωνα πάντα με τη Fitch.
Ανάπτυξη 2,4% το 2024-2025
Η Fitch αναμένει ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2,4% το 2023, αναθεωρώντας ελαφρώς ανοδικά την προηγούμενη εκτίμησή της. Όπως σημειώνει ο οίκος, “η εκτίμησή μας αποτυπώνει τα καλύτερα του αναμενομένου στοιχεία για την κατανάλωση τα τελευταία τρίμηνα και την προσδοκία για ισχυρές επιδόσεις στις επενδύσεις”. Ο οίκος βλέπει την ανάπτυξη για την περίοδο 2024-2025 σε παρόμοια επίπεδα (κατά μέσο όρο στο 2,4%), εκτιμώντας ότι θα υποστηριχθεί από τη μείωση του πληθωρισμού, την απορρόφηση κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ και τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος. Οι καθοδικοί κίνδυνοι αφορούν κυρίως εξωτερικές εξελίξεις, αν και η Ελλάδα έχει αποδειχθεί εν γένει ανθεκτική στη μείωση της ζήτησης από βασικούς εμπορικούς εταίρους, κυρίως χάρη στις σταθερές επιδόσεις του τομέα των υπηρεσιών.
Σταθερότητα στην πολιτική
Οι κίνδυνοι πολιτικής έχουν εκτονωθεί μετά την καθαρή νίκη της κεντροδεξιάς Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές στα τέλη Ιουνίου, η οποία της παρέχει ξεκάθαρη πλειοψηφία για να εφαρμόσει τη μεταρρυθμιστική της ατζέντα κατά την επόμενη πενταετία, αναφέρει ο οίκος.
Όπως σημειώνει η Fitch, μεταρρυθμίσεις σε τομείς όπως το επιχειρείν, το κράτος δικαίου και η αγορά εργασίας, βρίσκονται στα σκαριά και θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη μεσοπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική της χώρας και να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση ορισμένων διαρθρωτικών αδυναμιών.
Η δέσμευση για ανάκαμψη και ανθεκτικότητα παραμένει ισχυρή, με την Ελλάδα να σημειώνει σταδιακή πρόοδο όσον αφορά τις εκταμιεύσεις και την ανάπτυξη έργων και μεταρρυθμίσεων, παρόλο που εξακολουθούν να υφίστανται ορισμένοι κίνδυνοι για την εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού προγράμματος.
Προς βελτίωση της ποιότητας των assets των τραπεζών
Ο δείκτης του τραπεζικού συστήματος της Ελλάδας βελτιώθηκε σε “ΒΒ” από “Β” μετά τις αναβαθμίσεις από πλευράς της Fitch των αξιολογήσεων βιωσιμότητας των τεσσάρων μεγαλύτερων τραπεζών της χώρας τον Σεπτέμβριο του 2023. Οι αναβαθμίσεις αντανακλούσαν κυρίως διαρθρωτικές βελτιώσεις στην κερδοφορία των τραπεζών, με αποτέλεσμα τη συσσώρευση κεφαλαίου και τη συνεχή βελτίωση της ποιότητας των περιουσιακών τους στοιχείων. Η κεφαλαιοποίηση του τραπεζικού τομέα κινείτο στο 17,3% τον Ιούνιο, ενώ σε συνολικό επίπεδο το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων είχε μειωθεί ελαφρά στο 8,6% το β’ τρίμηνο του 2023. Συγκριτικά, τα επίπεδα των NPLs κινούνταν στο 8,7% στο τέλος του 2022, ενώ είχαν κορυφωθεί στο 46% το 2017.
Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης αναμένει περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων των ελληνικών τραπεζών βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα, με πιο ήπιο ωστόσο ρυθμό, με τις εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων να διαδραματίζουν μικρότερο ρόλο. Η πιστωτική επέκταση συνέχισε να αποδυναμώνεται το 2023, συμπεριλαμβανομένου του δανεισμού για στέγαση και κατανάλωση, ωστόσο η Fitch αναμένει επιτάχυνση το 2024, εν μέρει καθώς οι παράγοντες της αγοράς θα προσαρμόζονται σε ένα περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων.
Τάσεις μετριασμού του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών
Τα επίπεδα πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας, σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο, αντικατοπτρίζουν επίπεδα κατά κεφαλήν εισοδήματος και δείκτες διακυβέρνησης τα οποία είναι πολύ ανώτερα από τον μέσο όρο των χωρών της βαθμίδας “BBB”, καθώς και την αξιοπιστία της πολιτικής που υποστηρίζεται από την ένταξη της χώρας στην ΕΕ και την ευρωζώνη. Αυτά τα πλεονεκτήματα αντισταθμίζουν στις κληρονομιές της κρίσης δημόσιου χρέους, που περιλαμβάνουν μεγάλα αποθέματα δημόσιου και εξωτερικού χρέους, καθώς και χαμηλη μεσοπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική και ορισμένες επίμονες ευπάθειες στον τραπεζικό τομέα.
Οι κίνδυνοι πληθωριστικών πιέσεων κρίνονται ως μέτριοι, με τη Fitch να προβλέπει ότι ο εναρμονισμένος πληθωρισμός σε ετήσια βάση θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 4,4% το 2023 και θα υποχωρήσει σταδιακά στο 2,9% το 2024 και στο 2% το 2025. Οι επιδράσεις της συγκριτικής βάσης συνέβαλαν σε ταχεία μείωση του πληθωρισμού τους τελευταίους μήνες, ωστόσο αυτή η τάση έχει φτάσει σε μεγάλο βαθμό στο τέλος της, με την περαιτέρω αποπληθωριστική πορεία να είναι πιθανό να χρειαστεί περισσότερο χρόνο. Η δυναμική της αγοράς εργασίας θα υποστηρίξει αύξηση μισθών της τάξης του 7% φέτος και πιθανότατα παρόμοια επίπεδα αύξησης και το επόμενο έτος, με την ανεργία να πλησιάζει σταδιακά τα επίπεδα του 2019 (και ορισμένους κλάδους να αντιμετωπίζουν πλέον ελλείψεις εργατικού δυναμικού). Αυτό θα διατηρήσει σε ισχύ ορισμένους ανοδικούς πληθωριστικούς κινδύνους.
Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών (CAD), σύμφωνα με τον οίκο, δείχνει τάση μετριασμού και σταδιακής βελτίωσης κατά την περίοδο που αφορά η πρόβλεψη, χάρη στη βελτίωση των όρων εμπορίου και την έντονη αύξηση των εξαγωγών υπηρεσιών. Με μέσο όρο 6,1% το 2023-2025, το CAD θα παραμείνει μεταξύ των υψηλότερων στην ευρωζώνη και σε σύγκριση με ομοειδείς χώρες, ωστόσο θα αντισταθμιστεί από τις αυξανόμενες καθαρές εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων και τις μεταβιβάσεις πόρων από την ΕΕ.
Αυτό θα βοηθήσει στη μείωση των εξωτερικών κινδύνων ευπάθειας. Η Fitch προβλέπει ότι η θέση του καθαρού εξωτερικού χρέους θα βελτιωθεί σχετικά χάρη στην απομόχλευση του δημόσιου τομέα, αν και, στο προβλεπόμενο 108,3% του ΑΕΠ, θα είναι πολύ υψηλότερη από την τρέχουσα μέση τιμή για τις χώρες με αξιολόγηση “BBB”, που βρίσκεται στο 2,6%.
Η Fitch αναβάθμισε επίσης το ανώτατο όριο – “ταβάνι” πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας σε “AA-” από “Α”. Η κατά έξι βαθμίδες άνοδος της Ελλάδας αντανακλά την εκτίμησή του οίκου για μειωμένους κινδύνους επιβολής κεφαλαιακών ελέγχων και τη βελτίωση του θεσμικού και χρηματοοικονομικού πλαισίου στη χώρα. Η ανύψωση κατά έξι βαθμίδες είναι η μέγιστη επιτρεπόμενη βάσει των κριτηρίων της Fitch.
Όσον αφορά τους Δείκτες Διακυβέρνησης της Παγκόσμιας Τράπεζας (WBGI), η Ελλάδα έχει μέση κατάταξη 62,7 μονάδων, η οποία αντικατοπτρίζει ένα πρόσφατο ιστορικό ειρηνικών πολιτικών μεταβάσεων, μέτριο επίπεδο δικαιωμάτων συμμετοχής στην πολιτική διαδικασία, μέτρια θεσμική ισχύ, ένα παγιωμένο κράτος δικαίου και ένα μέτριο επίπεδο διαφθοράς.
Παράγοντες που θα μπορούσαν, κατά μόνας ή συνολικά, να οδηγήσουν σε αρνητική αξιολόγηση/υποβάθμιση:
– Δημόσια οικονομικά: Ανανεωμένη ανοδική τάση του χρέους της γενικής κυβέρνησης/ΑΕΠ, λόγω διαρθρωτικής δημοσιονομικής χαλάρωσης, παρατεταμένης ασθενούς ανάπτυξης ή υλοποίησης σημαντικών πιθανών υποχρεώσεων.
– Μακροοικονομικά: Δυσμενές σοκ που θα επηρεάσει το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της Ελλάδας και θα επιδεινώσει την εξωτερική ανταγωνιστικότητα.
Παράγοντες που θα μπορούσαν, κατά μόνας ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε θετική αξιολόγηση/ αναβάθμιση:
– Δημόσια οικονομικά: Επίμονη και σημαντική μείωση του χρέους της γενικής κυβέρνησης/ΑΕΠ, που θα οφείλεται στη δημοσιονομική εξυγίανση μεσοπρόθεσμα.
– Μακροοικονομικά: Βελτίωση του μεσοπρόθεσμου αναπτυξιακού δυναμικού και των επιδόσεων, λόγω της υψηλότερης επενδυτικής δυναμικής ή/και της εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Οι αναβαθμίσεις του 2023
Σε μια χρονιά που δεν έλειψαν τα προβλήματα και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, μόλις ξεκαθάρισε το θέμα της πολιτικής σταθερότητας, μετά τις δύο διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις, αυξήθηκε κατακόρυφα η προσδοκία για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τη χώρα μας.
Πρώτος ο ιαπωνικός οίκος Ρ&Ι (o οποίος δεν είναι αναγνωρισμένος από την ΕΚΤ), αναβάθμισε την Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα στις 20 Ιουλίου. Ακολούθησε η SCOPE στις 4 Αυγούστου. Τον Σεπτέμβριο είχαμε την αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα από την DBRS (συγκεκριμένα στις 8/9). Μια εβδομάδα αργότερα, η Moody’s άλλαξε τη στάση που διατηρούσε για σχεδόν δύο χρόνια και έκανε διπλή αναβάθμιση στην Ελλάδα από τη Βα1 στη βαθμίδα Baa2 που για την κλίμακα του συγκεκριμένου οίκου, είναι μια βαθμίδα κάτω από την επενδυτική. Ο τέταρτος οίκος που έδωσε την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα ήταν η Standard & Poor’s, στις 20 Οκτωβρίου.