H Barclays τηρεί overweight στάση για τις μετοχές έναντι των ομολόγων εδώ και πολλούς μήνες. “Με τα μεγάλα χρηματιστήρια να ενισχύονται μαζικά τους τελευταίους εννέα μήνες και τις μετοχές των ΗΠΑ να φλερτάρουν με τα ιστορικά υψηλά όλων των εποχών, μήπως ήρθε η ώρα οι επενδυτές να αυξήσουν την έκθεσή τους στα ομόλογα;”, επισημαίνει η βρετανική τράπεζα. Είναι γεγονός πώς οι αποδόσεις των ομολόγων είναι πολύ πιο ελκυστικές μετά το πρόσφατο sell-off και οι αποτιμήσεις των μετοχών είναι αυξημένες σε σχέση με τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο, σημειώνει χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, η Barclays διαμηνύει στους επενδυτές να μείνουν overweight στις μετοχές, δεδομένων των προοπτικών της κερδοφορίας. Όπως τονίζει, η ίδια προτιμά ακόμη τις μετοχές έναντι των ομολόγων και δεν αλλάζει τη στάση της.
Σίγουρα οι αποτιμήσεις έχουν αυξηθεί τον τελευταίο χρόνο, αλλά μεγάλο μέρος του ράλι οφείλεται στην απόλυτα εντυπωσιακή ανάκαμψη της κερδοφορίας.
Κοιτώντας τον δείκτη S&P 500, αναφέρει ότι οι εκτιμήσεις όταν ξέσπασε η COVID-19 ήταν ότι η κερδοφορία των εισηγμένων που συμπεριλαμβάνει, δεν θα έφταναν τα επίπεδα του 2019 έως τουλάχιστον τα τέλη του 2021. Στην πραγματικότητα, η κερδοφορία στο δ’ τρίμηνο του 2020 κατέληξε να είναι υψηλότερη απ’ ό,τι στο δ’ τρίμηνο του 2019: μια πλήρης ανάκαμψη της κερδοφορίας σε σχήμα V μέσα σε ένα χρόνο παρά το σκηνικό των συνεχιζόμενων περιορισμών που σχετίζονται με την πανδημία και με την ευρύτερη οικονομία σε ακόμη χειρότερη κατάσταση. Η Barclays επισημαίνει ότι χρειάστηκαν περισσότερα από τέσσερα χρόνια μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση για να επιστρέψουν τα κέρδη στα επίπεδα του β’ τριμήνου του 2007.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Barclays, η κερδοφορία το 2021 των εταιρειών του S&P 500 (EPS) τοποθετείται στα 173 δολάρια ανά μετοχή, ενώ η αύξηση των κερδών θα είναι ακόμη πιο ισχυρή στην Ευρώπη, με το EPS να αυξάνεται κατά 51% στον βρετανικό FTSE και 39% για τον πανευρωπαϊκό δείκτη EuroStoxx. Σε αυτό το σημείο, η βρετανική τράπεζα επισημαίνει πως μπορεί αυτή τη στιγμή η Ευρώπη να υστερεί στο μέτωπο του εμβολιασμού, αλλά θα καλύψει το χάσμα αυτό στο δεύτερο τρίμηνο καθώς αυξάνεται η διάθεση των εμβολίων. Η περιοχή θα επωφεληθεί επίσης από την παγκόσμια ανάκαμψη, λόγω της υψηλότερης έκθεσης σε κυκλικές μετοχές και μετοχές αξίας.
Τι σημαίνουν τα παραπάνω για τις αποτιμήσεις; Οι αποτιμήσεις της αγοράς μετοχών φαίνονται αυξημένες σε σχέση με την ιστορία. Ωστόσο, όπως τονίζει η Barclays, η κλίμακα των θετικών ειδήσεων που αναμένεται στα επόμενα τρίμηνα σημαίνει ότι οι μετοχές εξακολουθούν να μην φαίνονται πολύ ακριβές.
Πρώτον, η ισχυρή αύξηση των πραγματοποιηθέντων και των αναμενόμενων κερδών σημαίνει ότι οι δείκτες αποτίμησης είναι στην πραγματικότητα λιγότερο αυξημένοι τώρα από ό, τι στα μέσα του 2020, παρά το γεγονός ότι ο S&P 500 έχει αυξηθεί πολύ από τότε.
Δεύτερον, το οικονομικό σκηνικό είναι αρκετά ισχυρό και η πολιτική είναι πιθανό να παραμείνει φιλική για αρκετό καιρό.
Τέλος, οι “αναγκαστικές” αποταμιεύσεις που συσσωρεύτηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας δεν είναι μόνο πιθανό να στηρίξουν την κατανάλωση καθώς η οικονομία ανακάμπτει, αλλά και την όρεξη για ρίσκο.
Σύμφωνα με την Barclays, σε αυτό το πλαίσιο, οι αποτιμήσεις φαίνονται πιο ελκυστικές στις μετοχές του Ηνωμένου Βασιλείου και της ευρωζώνης, για τις οποίες αναμένει ισχυρό ράλι, με τον τραπεζικό κλάδο να υπεραποδίδει. Παρά την αργή διάθεση εμβολιασμών στην ηπειρωτική Ευρώπη, η ανάπτυξη θα παραμείνει ισχυρή (αναμένει αύξηση του ΑΕΠ το 2021 3,9% για την ευρωζώνη και 4,9% για το Ηνωμένο Βασίλειο). Το σκηνικό της ανάπτυξης και του αυξανόμενου πληθωρισμού θα είναι θετικό για τις μετοχές. Αλλά είναι επίσης πιθανό να συνοδεύεται από την υπεραπόδοση των μετοχών αξίας καθώς και των ευρωπαϊκών μετοχών, στις οποίες οι επενδυτές δεν έχουν ακόμα μεγάλη έκθεση, όπως επισημαίνει.
Ο κύριος κίνδυνος για τις μετοχές δεν προέρχεται από τις ανησυχίες για την ανάπτυξη, αλλά από την πιθανή δράση πολιτικής, επισημαίνει η βρετανική τράπεζα. Αυτό περιλαμβάνει την πιθανότητα ότι η Fed θα αναγκαστεί να προχωρήσει σε μια βιαστική και χαοτική απόσυρση της νομισματικής χαλάρωσης λόγω του πληθωρισμού. Ωστόσο, αυτός ο κίνδυνος είναι χαμηλός.
Άλλοι κίνδυνοι πολιτικής θα μπορούσαν να προέλθουν από μη φιλικές προς τις μετοχές πολιτικές των ΗΠΑ, όπως οι προτάσεις για αύξηση των φορολογικών συντελεστών των εταιρειών από 21% σε 28%, η θέσπιση ελάχιστων φόρων για μεγάλες εταιρείες και η απαίτηση από εταιρείες με σημαντικό ξένο εισόδημα να πληρώσουν φόρους στις ΗΠΑ. Κατά την άποψη της Barclays, οι περισσότερες από αυτές τις πολιτικές είναι απίθανο να εγκριθούν από το Κογκρέσο, αλλά παραμένουν ένας σημαντικός κίνδυνος.
Τέλος, η βρετανική τράπεζα, σε ό,τι αφορά την αγορά των ΗΠΑ, είναι overweight σε κλάδους όπως η τεχνολογία, η βιομηχανία και η υγειονομική περίθαλψη, και underweight στις υπηρεσίες επικοινωνιών, κοινής ωφέλειας και real estate.
Στην Ευρώπη, είναι overweight σε μετοχές αξίας, όπως οι τράπεζες, και μετοχές που συνδέονται με εμπορεύματα, πιο επιλεκτική σε κυκλικούς τομείς και underweight στις αμυντικές μετοχές.
Σε ό,τι αφορά τα ομόλογα, εκτιμά ότι οι αποδόσεις τους θα συνεχίσουν να κινούνται ανοδικά. Στις ΗΠΑ, οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων αυξήθηκαν απότομα το πρώτο τρίμηνο, λόγω των βελτιωμένων οικονομικών προοπτικών κυρίως λόγω του τεράστιου δημοσιονομικού πακέτου Μπάιντεν. Οι αποδόσεις δεν φαίνονται ωστόσο “τεντωμένες”, δεδομένης της προοπτικής ενός νέου δημοσιονομικού σχεδίου και ενδέχεται να αυξηθούν περαιτέρω.
Η Ευρώπη μέχρι στιγμής βρίσκεται πίσω στην καμπύλη ανάκαμψης, λόγω των καθυστερήσεων στους εμβολιασμούς και της λιγότερο επιθετικής και βραδύτερης δημοσιονομικής πολιτικής. Με την ΕΚΤ πρόθυμη να πάει… κόντρα στις υψηλότερες αποδόσεις, η Barclays εκτιμά ότι οποιαδήποτε αύξηση των αποδόσεων στο δεύτερο τρίμηνο είναι πιθανό να αφορά τα πολύ μακροπρόθεσμα ομόλογα.