Οι παγκόσμιες πωλήσεις έργων τέχνης και αντικειμένων τέχνης σημείωσαν πτώση για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά κατά 12% το 2024 και διαμορφούμενες στα 57,5 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με την ετήσια Έκθεση για την Αγορά Τέχνης από την Art Basel και την UBS.
«Ήταν μια πολύ δύσκολη χρονιά συνολικά», δήλωσε στην Art Newspaper η Κλερ ΜακΆντριου, ιδρύτρια της ερευνητικής εταιρείας Arts Economics και συγγραφέας της έκθεσης.
Σύμφωνα με την έκθεση, πρόκειται για τη τρίτη μεγαλύτερη συρρίκνωση της παγκόσμιας αγοράς τέχνης τα τελευταία 15 χρόνια, ξεπερασμένη μόνο από την ύφεση του 2009 (-36%) και την πανδημία του Covid-19 το 2020 (-22%), και ισοδύναμη με την πτώση του 2012 (-12%).
Η πτώση των πωλήσεων καταγράφηκε σε σχεδόν όλες τις περιοχές, με την Κίνα να πλήττεται περισσότερο (πτώση 33%). Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη μεγαλύτερη αγορά τέχνης στον κόσμο, οι πωλήσεις μειώθηκαν κατά 9%, ενώ η Γαλλία και η Ιταλία σημείωσαν πτώση 10% και η Νότια Κορέα 15%. Αντίθετα, το Ηνωμένο Βασίλειο, παρά τις προκλήσεις του Brexit, σημείωσε πιο ήπια πτώση, μόλις 5%, διατηρώντας τη δεύτερη θέση στην παγκόσμια κατάταξη.
Η στροφή των συλλεκτών και η αβεβαιότητα
Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, η περσινή καθοδική πορεία αντανακλά τη δυναμική του 2023, όταν οι συνολικές πωλήσεις υποχώρησαν κατά 4%. Οι μεγαλύτερες απώλειες καταγράφηκαν στην κορυφή της αγοράς, με καθοριστικούς παράγοντες τις γεωπολιτικές εντάσεις, τις οικονομικές πιέσεις και τις μεταβαλλόμενες καταναλωτικές συμπεριφορές.
Ο άλλοτε ακμάζων τομέας της σύγχρονης τέχνης δέχθηκε ισχυρό πλήγμα, με τις πωλήσεις σε δημοπρασίες να μειώνονται κατά 36%, στα 1,4 δισ. δολάρια — το χαμηλότερο επίπεδο από το 2018. Η Κλερ ΜακΆντριου σημειώνει την αυξανόμενη αποστροφή του αγοραστικού κοινού προς το ρίσκο: «Πολλοί έμποροι ανέφεραν ότι πλέον δεν υπάρχει περιέργεια από πλευράς συλλεκτών. Παλαιότερα έδιναν “μάχη” για να εξασφαλίσουν έργα από τα στούντιο των καλλιτεχνών. Τώρα, όλοι θέλουν να αγοράσουν κάποιον που ήδη γνωρίζουν».
Η έκθεση αποκαλύπτει ότι οι γκαλερί βασίζονται όλο και περισσότερο στους τρεις κορυφαίους καλλιτέχνες τους, λόγω της επιλεκτικότερης στάσης των συλλεκτών.
Το μέλλον της αγοράς: προκλήσεις και νέες ισορροπίες
Αν και η αξία των πωλήσεων μειώθηκε, ο όγκος των συναλλαγών αυξήθηκε κατά 3%, γεγονός που αντανακλά αυξημένη δραστηριότητα στο χαμηλότερο τμήμα της αγοράς — έργα κάτω των 50.000 δολαρίων.
Οι οίκοι δημοπρασιών πούλησαν 20% λιγότερα σε αξία, αλλά μόλις 4% λιγότερα σε όγκο. Αντίστοιχα στοιχεία εμφανίστηκαν και στις γκαλερί, υποδεικνύοντας μια ενδεχόμενη στροφή προς ένα πιο ισορροπημένο και δημοκρατικό οικοσύστημα. Οι μικρές επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο κάτω των 250.000 δολαρίων σημείωσαν αύξηση 17% στις πωλήσεις, ενώ εκείνες με τζίρο άνω των 10 εκατομμυρίων παρουσίασαν πτώση 9%.
Ωστόσο, αυτά τα μικρά θετικά αντισταθμίζονται από τη σημαντική μείωση της κερδοφορίας, καθώς το κόστος σε κάθε επίπεδο — από τις μεταφορές μέχρι τα ενοίκια — έχει αυξηθεί δραματικά.
Ένα ακόμη θετικό σημείο της έκθεσης, σύμφωνα με τη ΜακΆντριου, είναι η αύξηση κατά 3% στις πωλήσεις έργων γυναικών καλλιτεχνών στην πρωτογενή αγορά.
Παρά τις διακυμάνσεις, η αγορά τέχνης φαίνεται να αγωνίζεται εδώ και μία δεκαετία να επιστρέψει στα επίπεδα του 2014, παρότι ο πλούτος των συλλεκτών — ειδικά των δισεκατομμυριούχων — έχει αυξηθεί σημαντικά.
Όπως σημειώνεται στην έκθεση από έναν έμπορο τέχνης:
«Οι νέοι συλλέκτες δεν αγοράζουν πλέον πίνακες. Με το σκάσιμο της “φούσκας” της σύγχρονης τέχνης, εξαρτόμαστε πολύ από μεγαλύτερους συλλέκτες που προτιμούν τη Μοντέρνα και Μεταπολεμική τέχνη… αλλά πολλοί απ’ αυτούς είναι πλέον άνω των 60-70 ετών. Με ανησυχεί πώς θα είναι η αγορά τέχνης σε δέκα χρόνια από τώρα».
«Από την άλλη, γνωρίζουμε πως υπάρχει μεγάλος αριθμός πλούσιων ανθρώπων χωρίς καμία εμπειρία στην αγορά τέχνης. Η πρόκληση για τους επαγγελματίες δεν είναι πλέον να προσεγγίσουν τους υφιστάμενους συλλέκτες, αλλά να βρουν τρόπο να “εκπαιδεύσουν” και να κινητοποιήσουν αυτούς τους νεόπλουτους».
Global art sales plummeted by 12% in 2024, says industry report