“Μπαράζ” ανευθυνότητας από το Υπ. Περιβάλλοντος – Μηχανεύεται παράκαμψη του ΣτΕ

0
468

“Πρωτίστως η κυβέρνηση και το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθιστά σαφές ότι θα διασφαλίσει το σύνολο των οικοδομικών αδειών, οι οποίες έχουν εκδοθεί νομίμως. Η χώρα έχει ασφάλεια δικαίου και θα κάνει τα πάντα, νομοθετικά αν χρειαστεί, έτσι ώστε να διασφαλίσει την ασφάλεια δικαίου των οικοδομικών αδειών, που έχουν σήμερα εκδοθεί από τη διοίκηση”. Η παραπάνω δήλωση ανήκει στον γενικό γραμματέα Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος του ΥΠΕΝ, κ. Ευθύμιο Μπακογιάννη κι έγινε στο πλαίσιο του πρόσφατου συνεδρίου GreenDealGreece 2024, που πραγματοποίησε το ΤΕΕ.

Σε παρόμοιο μήκος κύματος, αν και πιο διπλωματικά, κινήθηκε και ο κ. Νίκος Ταγαράς, Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ο οποίος σημείωσε ότι μέχρι να ολοκληρωθεί ο νέος πολεοδομικός σχεδιασμός, σε 2-3 χρόνια από σήμερα, “καλούμαστε, μεταβατικά και με ισορροπία ανάμεσα στην προστασία του περιβάλλοντος και στην κοινωνία, την οικονομία και την ανάπτυξη, να βρούμε διέξοδο στο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί μετά από τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπως επίσης και με το Νέο Οικοδομικό Κανονισμό στα ύψη των κτιρίων, αυτά που αναφέρονται ως μπόνους και κίνητρα του ΝΟΚ. Και πρέπει να καταλάβουμε ότι όταν οι συνθήκες αλλάζουν τα πάντα πρέπει να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις που είναι κρίσιμες πλέον των αλλαγών”.

Οι δημόσιες αυτές τοποθετήσεις καταδεικνύουν το γεγονός ότι στην κυβέρνηση δεν έχουν λάβει το μήνυμα που δόθηκε από την δικαιοσύνη και σημαντική μερίδα της κοινωνίας, όταν διαπιστώθηκε ότι μέσω του συνδυασμού όλων των “μπόνους” του ΝΟΚ, προκύπτουν κτίρια μεγαλύτερης επιφάνειας και μεγαλύτερου όγκου κατά 30-40% στο ίδιο οικόπεδο. Ουσιαστικά ο κ. Μπακογιάννης, ως εκπρόσωπος της ηγεσίας του Υπ. Περιβάλλοντος, σπεύδει να προαναγγείλει μια νομοθετική παρέμβαση, η οποία μπορεί, δυνητικά, να προκαλέσει νέο κύμα προσφυγών στο ΣτΕ, δημιουργώντας το απόλυτο “μπάχαλο” στην αγορά ακινήτων, που ήδη έχει δοκιμαστεί σημαντικά από τον φετινό Απρίλιο, όταν εκδόθηκε η πρώτη απόφαση του ΣτΕ.

Το χειρότερο είναι ότι μια τέτοια κίνηση δεν είναι καν στην αρμοδιότητα του Υπουργείου. Συγκεκριμένα, το ποιες άδειες θα είναι νόμιμες και ποιες όχι, ανάλογα με τον χρόνο έγκρισής τους, θα καθοριστεί από την Ολομέλεια του ΣτΕ, καθώς υπάρχει αυτή η δυνατότητα νομικά και είναι και λογικό να γίνει κάτι τέτοιο από τους δικαστές, ώστε να αποφευχθεί περαιτέρω σύγχυση στην αγορά και να λήξει το ζήτημα οριστικά, κάτι άλλωστε που επιθυμούν όλοι οι εμπλεκόμενοι. Στο πλαίσιο αυτό, το ΣτΕ θα λάβει υπόψη του και τον βαθμό αποπεράτωσης ενός κτιρίου, το αν κατοικείται ή όχι κτλ. Το να δηλώνει όμως το ίδιο το Υπ. Περιβάλλοντος το ότι θα προστατευθούν όλες οι άδειες, είναι το λιγότερο ανεύθυνη στάση, καθώς σπεύδει να καθησυχάσει ένα πιθανό κομματικό ακροατήριο, χωρίς καν να έχει την αρμοδιότητα να το πράξει, από τη στιγμή που το ζήτημα έχει πλέον φτάσει στην Ολομέλεια του ΣτΕ, που θα είναι κι ο τελικός κριτής. Εκτός κι αν η ηγεσία του Υπ. Περιβάλλοντος σχεδιάζει να αγνοήσει ούτως ή άλλως την κρίση του ΣτΕ και να νομοθετήσει κατά το δοκούν, προκειμένου όπως είπε κι ο κ. Μπακογιάννης “να διασφαλιστούν όλες οι οικοδομικές άδειες που έχουν εκδοθεί νομίμως”.

Ασφαλώς, τέτοιες δημόσιες τοποθετήσεις ενδεχομένως να επιχειρούν και να καθησυχάσουν μερίδα επιχειρηματιών, που ήδη απειλούν με αγωγές αποζημίωσης ύψους δεκάδων εκατ. ευρώ. Για παράδειγμα, επικεφαλής ευρωπαϊκού ομίλου ανάπτυξης ακινήτων, με σημαντική παρουσία στην Ελλάδα, ζητούσε πρόσφατα νομικές συμβουλές για την τύχη που θα είχε μια τέτοια αγωγή εναντίον του ελληνικού δημοσίου, έστω και ως μοχλός πίεσης.

Το ζήτημα ασφαλώς είναι ότι με βάση την μέχρι πρότινος πρακτική, κάποιες οικοδομικές επιχειρήσεις “θησαύριζαν”, καθώς μέσω του συνδυασμού των μπόνους του ΝΟΚ, το κέρδος πολλαπλασιαζόταν. Ένα μέρος του πρόσθετου κέρδους το λαμβάνουν και οι οικοπεδούχοι μέσω της αυξημένης αντιπαροχής, ή της υψηλότερης τιμής του οικοπέδου. Σημειώνεται, ότι παρότι ο ΝΟΚ ισχύει από το 2012, μέχρι πριν από 2-3 χρόνια, οι νέες κατασκευές δεν χρησιμοποιούσαν το σύνολο των “μπόνους”, αλλά μόνο ένα εξ αυτών, συνήθως εκείνο που έδινε 5-10% περισσότερη επιφάνεια, ανάλογα με το πόσο “πράσινο” είναι το εκάστοτε κτίριο. Ωστόσο, μετά από σχετική διευκρινιστική εγκύκλιο που δόθηκε λίγο πριν το ξέσπασμα της πανδημίας, επετράπη ουσιαστικά ο συνδυασμός ακόμα και όλων των ευεργετικών διατάξεων, κάτι που οδήγησε στην σημερινή κατάσταση.