“Ξέρετε μας στοιχίζει το ιδιωτικό σχολείο, αλλά είμαστε σίγουροι πως τα παιδιά όταν τα στέλνουμε στο σχολείο, είναι στο σχολείο και αν παρατηρηθεί κάποια “περίεργη” συμπεριφορά, θα το πληροφορηθούμε έγκαιρα έτσι ώστε να πάρουμε τα μέτρα μας…” μου έλεγε πριν λίγες μέρες η κυρία στο καθαριστήριο της γειτονιάς μου.
Δίπλα και απέναντι από το κατάστημα, οι καφετέριες ήταν γεμάτες με μαθητές και μαθήτριες (και παραμένουν καθόλη την διάρκεια του σχολικού ωραρίου γεμάτες) όλων των βαθμίδων των παρακείμενων σχολείων.
Τα σχολεία ξεκινούν με πολλές θέσεις διδασκόντων να είναι κενές τους πρώτους μήνες του σχολικού έτους και οι μαθητές βρίσκονται εκτός των σχολείων.
“Η διάλυση είναι βαθύτερη” μου επισήμανε η καταστηματάρχης. “Ρώτησα χθες μια παρέα μαθητών που είχε αράξει στη διπλανή καφετέρια και μεταξύ άλλων μου διηγήθηκαν το εξής περιστατικό. Προχθές που πήγαν στο σχολείο, τους είπαν πως η πρώτη ώρα είναι κενή γιατί η καθηγήτρια είναι άρρωστη. Μια παρέα σκέφτηκε να την κοπανήσει και να πάει σε κάποια καφετέρια.
Για να μην πέσουν πάνω σε κανένα γονέα τα παιδιά αποφάσισαν να πάνε σε μια καφετέρια λίγο πιο μακριά, όπου έπεσαν πάνω στην καθηγήτρια που είχε δηλώσει ασθένεια. Το χειρότερο είναι ο τρόπος που αντιμετώπισε η καθηγήτρια την αναπάντεχη συνάντηση… “Δεν με είδατε και δεν σας είδα…” τους είπε.
Παρακολούθησα τις τελευταίες μέρες το περιστατικό του πρώτου μαθητή που τιμωρήθηκε γιατί πιάστηκε να χρησιμοποιεί το κινητό στην ώρα του μαθήματος.
Στη συνέχεια για όποιον παρακολουθεί τα συμπτώματα της κλιμακούμενης κοινωνικής διάλυσης και σήψης μέσω της κομφορμιστικής ή “επαναστατικής” και εγωιστικής αποχαύνωσης, η αντίδραση του γονέων δεν αποτέλεσε καμιά έκπληξη.
Οι γονείς αντί να συγχαρούν τον διευθυντή του σχολείου γιατί ο τρόπος που χειρίστηκε την κατάσταση, έστω και αν εξάντλησε την αυστηρότητα, προδιαθέτει πως το παιδί τους θα μαθητεύσει σε ένα σχολείο με κανόνες και όρια, βγήκαν στα κανάλια να τον καταγγείλουν με επιχειρήματα και λεξιλόγιο που θυμίζει συνδικαλιστές ΔΕΚΟ της δεκαετίας του ’90 όταν κατέβαζαν διακόπτες και προπηλάκιζαν οδηγούς λεωφορείων.
Το ύφος και η δικηγορίστικη “δημοσιοσυνδικαλιστική” διάλεκτος είναι χαρακτηριστικά: “Θεωρούμε τουλάχιστον ατυχείς τους χειρισμούς της διεύθυνσης του σχολείου και ανεπαρκή τη διαχείριση του περιστατικού από το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας του… Θέτουμε τα εξής ερωτήματα και ζητούμε απάντηση:
1. Στη διάρκεια ποιου μαθήματος “συνελήφθη” τη Δευτέρα 16-9-2024 ο μαθητής να χρησιμοποιεί το κινητό του μέσα στην τάξη;
2. Ο καθηγητής που είχε εκείνη την ώρα το μάθημα έχει προσωπική άποψη; Ποιος μετέφερε το συμβάν στη διεύθυνση και τον σύλλογο των καθηγητών;
3. Κλήθηκαν οι γονείς από τη διεύθυνση του σχολείου και ποιες συστάσεις έγιναν στον μαθητή και τους γονείς;
4. Τι είδους χρήση έγινε στο κινητό την ώρα του μαθήματος; Τηλεφώνημα, βιντεοσκόπηση, κάποιο βίντεο και ηχητικό μήπως ή τίποτε απ’ όλα αυτά;
5. Τι είδους συστάσεις έγιναν από την αρχή του έτους και αν έχουν ενημερωθεί στη σχολική κοινότητα ότι θα δίδονται απευθείας αποβολές χωρίς συστάσεις, νουθεσίες και προηγούμενη ενημέρωση των γονέων;
6. Τήρησε η διεύθυνση του σχολείου έστω και μία από τις προϋποθέσεις που πρέπει να ακολουθήσει τόσο στη βάση νόμων και εγκυκλίων όσο και στη βάση των καθηκόντων της για το συγκεκριμένο περιστατικό;”.
Ακόμη και αν δεν τηρήθηκε κάποια τυπικά ανύπαρκτη δικονομική σειρά στην κλιμάκωση της τιμωρίας, η ζημιά που κάνουν στα παιδιά παρόμοιες συμπεριφορές είναι μεγαλύτερη από τη ζημιά της τιμωρίας.
Ο δάσκαλος είναι ο άνθρωπος που θα πρέπει να έχει τη μεγαλύτερη επιρροή σε ένα μαθητή μετά την οικογένειά του. Η αμφισβήτηση του δάσκαλου από τους γονείς διαλύει τις προσλαμβάνουσες που μπορεί να οδηγήσει σε μια ισορροπημένη ανάπτυξη με την αίσθηση της ύπαρξης ορίων.
Η κυβέρνηση ορθώς αποφάσισε να λάβει μέτρα για τη χρήση των κινητών στα σχολεία και ειδικά στην ώρα του μαθήματος. Οι καθηγητές και οι διευθυντές (όσοι το έπραξαν) σωστά εφάρμοσαν την οδηγία από την πρώτη μέρα.
Αυτά που παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια σε σχέση με την ενδοσχολική βία και τις εφηβικές συμμορίες είναι φαινόμενα μιας γενικότερης αργής κοινωνικής σήψης, που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε μια κατάσταση χάους.
Είναι αφελείς όσοι προσπαθούν να τα απομονώσουν σαν συμπτώματα που αφορούν παιδιά μεταναστών ή μειονοτήτων.
Το πρόβλημα αφορά μεγάλο μέρος της κοινωνίας και τέμνει εγκαρσίως και καθέτως τάξεις και καταγωγή.
Τα συμπτώματα διάλυσης θα πρέπει να συνδυαστούν με τα πειράματα αντιαυταρχικής εκπαίδευσης και ελευθεριότητας που υιοθετήθηκαν στις δυτικές κοινωνίες από τη δεκαετία του ’80 και μετά.
Επιπλέον, συν τω χρόνω, ο ναρκισσισμός με τον οποίο έχουν μεγαλώσει οι νεότερες γενιές δεν βοηθάει στην ισορροπημένη συμβίωση με τους άλλους εντός της κοινωνίας και εντός της οικογένειας.
Τα τελευταία χρόνια το ποσοστό των διαζυγίων κινείται μεταξύ 30-40% των γάμων. Όσο εύκολα και αν γίνονται τα διαζύγια δεν παύουν να αποτελούν μια επώδυνη κατάσταση την οποία βιώνουν κυρίως τα παιδιά. Κατά τη διάρκεια ενός διαζυγίου οι αντιμαχόμενοι προσπαθούν ο καθένας να υπερβάλλουν τα ελαττώματα του άλλου και να προσελκύσουν τη συμπάθεια των παιδιών με την καταχρηστική ικανοποίηση επιθυμιών και απαιτήσεων.
Σε όλα αυτά προσθέστε και τη μείωση της εμπιστοσύνης της κοινωνίας απέναντι σε κράτος, πολιτικούς , δημοσιογράφους, δικαστές και θα έχετε το πλαίσιο της …επερχόμενης αταξίας.
Κώστας Στούπας